Η κοινωνική φοβία εκδηλώνεται σε κοινωνικές δραστηριότητες με εμφανές χαρακτηριστικό την ντροπαλότητα και την συστολή του ατόμου και παρόλο που μοιάζει σε συμπτωματολογία με τις κρίσεις πανικού και συχνά συγχέεται με την αγοραφοβία, αποτελεί μία ξεχωριστή διαταραχή.
Η κοινωνική φοβία χαρακτηρίζεται ως διαταραχή, όταν το κοινωνικό άγχος που καταβάλει τα άτομα έχει έντονο αντίκτυπο σε συμπεριφορικό, σωματικό και γνωστικό επίπεδο και επηρεάζει σημαντικά τον κοινωνικό τομέα της ζωής τους.
Η κοινωνική φοβία ή διαταραχή του κοινωνικού άγχους εκδηλώνεται σε άτομα που νιώθουν έντονο και επίμονο άγχος, φόβο και δυσφορία, σε διάφορες καταστάσεις κοινωνικού τύπου, που ενδέχεται να γίνουν αντικείμενα παρατήρησης και σχολιασμού και συνοδεύονται από σωματικά συμπτώματα, όπως ναυτία, τρέμουλο στην φωνή, εφίδρωση, κόμπος στο λαιμό, «κοκκίνισμα» , ταχυπαλμία κ.α..
Οι συνήθεις σκέψεις και συναισθήματα των ατόμων που έχουν διαταραχή κοινωνικού άγχους είναι:
- Η πεποίθηση τους ότι είναι το επίκεντρο της προσοχής των υπολοίπων.
- Η υπόθεση τους πως είναι αντικείμενα αρνητικής κριτικής, χλευασμού και υποτιμητικών σχολίων από τους άλλους.
- Το άγχος τους ότι δεν θα είναι αντάξιοι των υπόλοιπων παρευρισκομένων αλλά και των απαιτήσεων των εκάστοτε συνθηκών.
- Η σκέψη τους ότι είναι εκτεθειμένοι συνεχώς στα μάτια των άλλων, που συνεπάγεται συνεχής έλεγχος και παρατήρηση της συμπεριφοράς και της στάσης τους από τους γύρω τους.
- Το άγχος τους ότι θα φανεί η ανεπάρκεια τους σε σχέση με τις προσδοκίες των άλλων.
- Τέλος, ο φόβος τους πως οι άλλοι θα αντιληφθούν το έντονο άγχος τους και τα συνωδά σωματικά συμπτώματα τους και θα τους περάσουν για τρελούς, παράξενους ή μη φυσιολογικούς.
Η κοινωνική φοβία διακρίνεται σε δύο κατηγορίες: την ειδική κοινωνική φοβία και την γενική κοινωνική φοβία.
Ειδική κοινωνική φοβία είναι το άγχος και ο φόβος που νιώθει ένα άτομο μόνο σε συγκεκριμένες κοινωνικές καταστάσεις και όχι σε άλλες, όπως για παράδειγμα, η ομιλία μπροστά σε κοινό ή να φάνε σε χώρους με πολλά άτομα.
Γενική κοινωνική φοβία είναι όταν ένα άτομο αποφεύγει, δυσκολεύεται να παραστεί ή να συμπεριφερθεί ομαλά σε καταστάσεις ή χώρους, όπου υπάρχουν πολλά άτομα, κυρίως άγνωστα και δεν συνοδεύεται από άλλα οικεία για αυτό πρόσωπα. Τέτοιες καταστάσεις μπορεί να είναι σε καφετέριες, καταστήματα, εστιατόρια, σε κοινωνικές εκδηλώσεις, η συμμετοχή σε συνέδρια, ομιλίες, παραστάσεις, να ζητήσει πληροφορίες από κάποιον άγνωστο ή ακόμα και να μιλήσει στο τηλέφωνο με κάποιον που δεν γνωρίζει.
Συχνά, το άγχος και ο φόβος του ατόμου που υποφέρει από κοινωνική φοβία, είναι ιδιαίτερα έντονο κατά την αναμονή τέτοιου είδους γεγονότων ή καταστάσεων. Αυτό σημαίνει πως κατά το χρονικό διάστημα πριν την πραγματοποίηση κάποιας αγχογόνας κοινωνικής κατάστασης, τα αρνητικά συναισθήματα και τα υποθετικά αρνητικά σενάρια του ατόμου αυξάνονται σταδιακά με κορύφωση κατά το γεγονός. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να συμβούν στο άτομο κάποια από τα υποθετικά αρνητικά σενάρια, τη δεδομένη στιγμή, λόγω της έντονης συναισθηματικής του φόρτισης. Κατά αυτόν τον τρόπο, επιβεβαιώνονται οι σκέψεις του και οι φόβοι του και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος διατήρησης των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων του, άρα και της διαταραχής.
Ένα άτομο που υποφέρει από κοινωνική φοβία, συνήθως έχει χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση και μέσω της διαταραχής επαληθεύει και ενισχύει την αρνητική εικόνα εαυτού που έχει. Επιπρόσθετα, για να νιώσει ασφαλής και για να ανακουφίσει προσωρινά το άγχος του, αποφεύγει πιθανές καταστάσεις που θα τον φέρουν αντιμέτωπο με τους φόβους του με αποτέλεσμα να περιορίζει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό την κοινωνική του ζωή.
Η κοινωνική φοβία ή διαταραχή κοινωνικού άγχους μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά και κατάλληλα μέσω της γνωστικής και συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας, αρκεί το ίδιο το άτομο να θελήσει να βοηθήσει τον εαυτό του.